Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Δ. Σιμόπουλος : Δεν πρέπει να είμαστε μόνοι στο Σύμπαν

Ο διακεκριμένος φυσικός και αστρονόμος, Διονύσης Σιμόπουλος, επίτιμος διευθυντής του Ευγενίδειου Πλανηταρίου, είναι ο επιστήμονας ο οποίος με το ευρύ συγγραφικό του έργο έκανε πιο κατανοητή, πιο προσιτή την αστρονομία στους Έλληνες.
Ο κ. Σιμοπουλος σε συνέντευξη που παραχώρησε στο CNN Greece, μιλά για τα βαρυτικά κύματα και αποκαλύπτει πως αυτά «ξεκλειδώνουν» τις πληροφορίες για τη δημιουργία και την εξέλιξη του σύμπαντος.

Το CNN Greece ρώτησε τον κ. Σιμόπουλο για την πιθανότητα ύπαρξης ζωής σε άλλο πλανήτη, για την ανακοίνωση της NASA ότι σχεδιάζει επανδρωμένη αποστολή στον Άρη καθώς και για τα μεγαλύτερα προβλήματα που καλείται να λύσει σήμερα η αστρονομία.


Τα βαρυτικά κύματα και η γέννηση του σύμπαντος

Αναλυτικότερα, για τα βαρυτικά κύματα ο κ. Σιμόπουλος, επισημαίνει στο CNN Greece ότι την ύπαρξή τους την είχε διατυπώσει πριν από περίπου εκατό χρόνια ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, μέσω της θεωρίας της σχετικότητας. Ωστόσο, όπως επισημαίνει μέχρι πριν από περίπου ένα χρόνο, ήταν πολύ δύσκολο να εντοπιστούν.

Πώς όμως εντοπίσθηκαν τα βαρυτικά κύματα; Τα κατέγραψε τηλεσκόπιο που δημιουργήθηκε ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και στη Λουιζιάνα, το οποίο στην πράξη αποτύπωσε την αλληλεπίδραση ανάμεσα σε δύο «μαύρες τρύπες». Δηλαδή, όπως λέει χαρακτηριστικά ο κ. Σιμόπουλος, τα δύο επιστημονικά κέντρα κατέγραψαν τα «λείψανα» δύο άστρων που συγκρούστηκαν πριν 1,3 δις χρόνια. Κατέγραψαν αυτό τον ψίθυρο του σύμπαντος, αυτό τον κυματισμό με μια απειροελάχιστη κίνηση, εξηγεί.

Πώς επηρεάζει τη ζωή μας η καταγραφή των βαρυτικών κυμάτων


Ο κ . Σιμόπουλος εξηγεί ότι δεκάδες αντικείμενα που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας ζωή, προέρχονται από τη διαστημική έρευνα. Ενδεικτικά αναφέρει εφαρμογές στην ιατρική, στην αρχαιολογία, στα κινητά τηλέφωνα.



Οι βασικές όμως πληροφορίες που μας δίνει η καταγραφή των κυμάτων αφορούν στη γέννηση του σύμπαντος, από πού προερχόμαστε και τι είναι ο άνθρωπος.

Δείτε το Α’ μέρος της Συνέντευξης του κ. Σιμόπουλου στο CNN Greece, στο video που ακολουθεί:


O Διονύσης Σιμόπουλος στο CNN Greece (β' μέρος) .

SHARE:

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2017

ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ Μια παλιά συνέντευξη του 1996 και συγχρόνως τόσο επίκαιρη...

                               Η μικρή ιστορία ενός κειμένου.
Το Δεκέμβριο  του 1996, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, με την ευκαιρία της έκδοσης του βιβλίου του  «Η άνοδος της ασημαντότητας»( La montée de l'insignifiance εκδόσεις Seuil ),( στα Ελληνικά εκδόσεις Ύψιλον)
παραχωρούσε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη στο δημόσιο ραδιόφωνο της «France Inter»,στο δημοσιογράφο Ντανιέλ Μερμέ.
Ένα χρόνο μετά, το Δεκέμβριο του 1997, η «France Inter»επανέλαβε την εκπομπή με θλιβερή αφορμή τον απροσδόκητο θάνατό του. Η απήχηση ήταν μεγάλη.
Τις επόμενες ημέρες ,πολλοί ακροατές τηλεφωνούσαν το σταθμό και ζητούσαν επίμονα το «κείμενο της εκπομπής».
Στο μικρό διάστημα, το αίτημα των ακροατών ικανοποιήθηκε. Αλλά δεν τελειώνει εδώ η μικρή ιστορία αυτού του «ραδιοφωνικού κειμένου  του Κορνήλιου Καστοριάδη.
Εκτός από τις πολλές   ιδιότητες( φιλοσόφου,οικονομολόγου,ψυχαναλυτή.)  που είχε, θα διαπιστώσει κανείς ότι ο αείμνηστος στοχαστής Κορνήλιος Καστοριάδης υπήρξε  ένας κατ’ εξοχήν αντιφρονών.


Απ΄όλα τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου κόσμου-κρίσεις,αντιφάσεις,αντιθέσεις,τομές-εκείνο που με εντυπωσιάζει περισσότερο είναι: η ασημαντότητα. Ας πάρουμε τη διαμάχη ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά.
Στις ημέρες μας έχει χάσει το νόημά της. Όχι επειδή δεν υπάρχει υλικό για να τροφοδοτηθεί μια πολιτική διαμάχη και μάλιστα μια πολύ σοβαρή διαμάχη.
Αλλά επειδή τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά λένε τα ίδια πράγματα.
Στη Γαλλία, από το1983,οι Σοσιαλιστές ακολούθησαν μια πολιτική.. Μετά, ήρθε η Δεξιά  με τον Μπαλλαντύρ και ακολούθησε την ίδια πολιτική. Μετά ξαναήρθαν οι Σοσιαλιστές με τον Μπερεγκοβουά και συνέχισαν την ίδια πολιτική.Μετά, ξανά η Δεξιά με τον Μπαλλαντύρ και ξανά η ίδια πολιτική.
Μετά , ο Σιράκ που κέρδισε τις εκλογές λέγοντας  «εγώ θα κάνω κάτι άλλο» και τελικά,έκανε κι αυτός τα ίδια.
Οι πολιτικοί είναι ανίσχυροι, και  αυτό είναι βέβαιο. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι   «να πηγαίνουν με το ρεύμα», δηλαδή να εφαρμόζουν μια υπερφιλελεύθερη  πολιτική, ή οποία είναι της μόδας. Κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται για πολιτικούς  αλλά για μικροπολιτικούς που επιδίδονται σε ψηφοθηρία με οποιοδήποτε μέσον, με το  marketing  κλπ.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα πρόγραμμα. Στόχος τους: είτε η παραμονή τους στην εξουσία, είτε η επιστροφή τους σ’ αυτήν. Και για να το επιτύχουν είναι ικανοί για όλα. Ο Μπιλ Κλίντον, λόγου χάριν, στήριξε την προεκλογική του εκστρατεία αποκλειστικά και μόνον στις σφυγμομετρήσεις. Το επιτελείο του, σε κάθε  περίπτωση, θεωρούσε ότι η επικρατούσα γνώμη μια σφυγμομέτρησης ταυτίζεται με την κοινή γνώμη.

 Οπωσδήποτε υπάρχει ενδογενής σχέση ανάμεσα σ’ αυτού του είδους τη μηδαμινή πολιτική- ουσιαστικά, πρόκειται για το μη γίγνεσθαι της  πολιτικής- και την ασημαντότητα που χαρακτηρίζει του άλλους τομείς. Την ασημαντότητα στις τέχνες, στη φιλοσοφία, στη λογοτεχνία. Είναι το πνεύμα του καιρού μας. Όλα συνεργούν προς αυτή την κατεύθυνση, προς τα ίδια αποτελέσματα. Όλα οδηγούν στην ασημαντότητα.
                                      


                                                Οι ψευδο-δημοκρατίες
Περίεργο επάγγελμα η πολιτική. Ακόμη κι αυτή εδώ η μηδαμινή πολιτική. Γιατί; Διότι προϋποθέτει δυο ικανότητες που δεν συνδέονται μεταξύ τους.
Η πρώτη ικανότητα είναι  η κατάκτηση της εξουσίας (μπορεί να έχει κανείς τις καλύτερες ιδέες, αλλά αυτό δεν χρησιμεύει, εάν δεν έχει κατακτήσει την εξουσία).
Η δεύτερη ικανότητα είναι, μετά την κατάκτηση της εξουσίας, να  την αξιοποιήσει κανείς, δηλαδή να κυβερνήσει.
Όμως τίποτα δεν εγγυάται ότι κάποιος που είναι ικανός  να κυβερνήσει, είναι επίσης ικανός  να ανεβεί στην εξουσία.
Στο παρελθόν, στις απόλυτες μοναρχίες, η άνοδος στην εξουσία προϋπέθετε: να κολακεύει κανείς το βασιλιά, να είναι ευνοούμενος  της Μαντάμ Πομπαντούρ.
 Σήμερα, στις ψευδο-δημοκρατίες μας, η άνοδος στην εξουσία προϋποθέτει: να κολακεύει κανείς την κοινή γνώμη, να έχει τηλεοπτική φωτογένεια.

Χρησιμοποίησα τον όρο «ψευδο-δημοκρατία», διότι πάντα πίστευα και πιστεύω ότι η λεγόμενη «αντιπροσωπευτική δημοκρατία» δεν είναι αληθινή δημοκρατία.
Οι αντιπρόσωποί της ελάχιστα αντιπροσωπεύουν τους εκλογείς. Κατά κύριο λόγο, αντιπροσωπεύουν τον εαυτό τους, ιδιαίτερα συμφέροντα, λόμπυ, κλπ.
Όταν λέμε ότι κάποιος με  αντιπροσωπεύει για τέσσερα χρόνια χωρίς να έχω τη δυνατότητα ανάκλησής του, αυτό σημαίνει ότι απεκδύομαι της κυριαρχίας μου.
( Ο Ζαν – Ζακ  Ρουσσώ το έχει πολύ καλά διατυπώσει:
«Οι Άγγλοι νομίζουν ότι είναι ελεύθεροι επειδή εκλέγουν τους αντιπροσώπους τους κάθε πέντε χρόνια, πλην όμως είναι ελεύθεροι μόνο μια μέρα κάθε πέντε χρόνια: την ημέρα των εκλογών»).
Το πρόβλημα δεν είναι μήπως στις εκλογές γίνει νοθεία και αλλοιωθούν τα αποτελέσματα. Αλλού έγκειται το πρόβλημα.  Οι εκλογές είναι υπονομευμένες, διότι οι επιλογές των ψηφοφόρων έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων.



                                                        «Ποιος είναι πολίτης;»
Θα σας θυμίσω μια καταπληκτική φράση του Αριστοτέλη: « Ποιος είναι ο πολίτης; Πολίτης είναι ο ικανός να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί».
Στη Γαλλία, υπάρχουν τριάντα εκατομμύρια πολίτες. Γιατί δεν είναι ικανοί να κυβερνήσουν;
Διότι όλη η πολιτική ζωή στοχεύει ακριβώς στο να μην μαθαίνουν οι πολίτες να κυβερνούν και, τελικά, να παραχωρούν στους ειδικούς το έργο της διακυβέρνησης.
Υπάρχει δηλαδή μια αντι-πολιτική εκπαίδευση.
Ενώ οι άνθρωποι έπρεπε να αναλαμβάνουν όλων των ειδών τις πολιτικές ευθύνες και να παίρνουν ανάλογες πρωτοβουλίες, τελικά, εθίζονται στο να ακολουθούν και ψηφίζουν τις πολιτικές επιλογές που οι άλλοι παρουσιάζουν έτοιμες.
Στις σύγχρονες κοινωνίες –από την εποχή της Αμερικανικής και Γαλλικής Επανάστασης έως περίπου το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο- υπήρχαν φλέγουσες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις. Αυτούς  τους δυο αιώνες, τους σημάδεψαν σημαντικοί αγώνες. Τότε, οι άνθρωποι έκαναν διαδηλώσεις.
Όμως δεν διαδήλωναν απλώς για μια σιδηροδρομική γραμμή ( χωρίς αυτό να είναι περιφρονητέο), αλλά για μεγάλα πολιτικά ιδεώδη.
Τότε, οι άνθρωποι έκαναν απεργίες. Όμως δεν απεργούσαν απλώς για τα μικρά συντεχνιακά  συμφέροντά τους, αλλά για μεγάλα ζητήματα που αφορούσαν όλους τους μισθωτούς.
Σήμερα, παρατηρείται σαφής υποχώρηση της πολιτικής δραστηριότητας. Όσο οι άνθρωποι εγκαταλείπουν την πολιτική δραστηριότητα και αποσύρονται στην ιδιωτική τους σφαίρα, τόσο γραφειοκράτες και μικροπολιτικοί προελαύνουν.
Και οι τελευταίοι έχουν για δικαιολογία ότι «ο κόσμος δεν κάνει τίποτα…γι’ αυτόν τον λόγο αναλαμβάνουμε εμείς πρωτοβουλίες…».
Με τη σειρά του ο κόσμος λέει ότι «δεν αξίζει τον κόπο να ανακατευόμαστε…  φθάνουν τόσοι που ασχολούνται… στο κάτω κάτω, τι μπορούμε να κάνουμε εμείς;…» και έτσι, δημιουργείται φαύλος κύκλος. 

                                    Ένα ολοστρόγγυλο μηδέν
Η υποχώρηση της πολιτικής δραστηριότητας συνδέεται και με την κατάρρευση των μεγάλων πολιτικών ιδεολογιών.
Ιδεολογιών είτε επαναστατικών είτε ρεφορμιστικών, οι οποίες ήθελαν πραγματικά να αλλάξουν την κοινωνία. Για χίλιους δυο λόγους, αυτές οι ιδεολογίες έχασαν το κύρος τους.
Έπαψαν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των καιρών, στις προσδοκίες των ανθρώπων, στην κατάσταση της κοινωνίας, στην ιστορική εμπειρία.
Η κατάρρευση του κομμουνισμού και η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης είναι ένα κεφαλαιώδες γεγονός.
Κι όμως… Κατονομάστε μου έστω έναν πολιτικό- για να μην πω πολιτικάντη- της αριστεράς, ο οποίος πραγματικά συλλογίστηκε: τι συνέβη και γιατί.
Ποιος πολιτικός της Αριστεράς αποκόμισε κάποια διδάγματα από τα γεγονότα αυτά;
Κι όμως… Η πορεία του κομμουνισμού- η πορεία προς τη θηριωδία, τον ολοκληρωτισμό, τα γκούλαγκ έως την κατάρρευση- απαιτεί οπωσδήποτε πολύ βαθύ στοχασμό και εξαγωγή συμπερασμάτων.
Στοχασμό, για το τι- ένα κίνημα που θέλει να αλλάξει την κοινωνία- μπορεί ή δεν μπορεί, πρέπει ή δεν πρέπει, οφείλει ή δεν οφείλει να κάνει. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, οι κύριοι της Αριστεράς παίρνουν ένα ολοστρόγγυλο μηδέν.

                                                        Με κλήρωση  και «δόξα»
Πώς δημιουργείται ο καλός πολίτης; Ποια τα εφόδιά του; Πρέπει να έχει γενικές ή ειδικές γνώσεις;
Αυτό το δίλημμα έχει τεθεί από την εποχή του Πλάτωνος. Ο Πλάτων έλεγε ότι οι φιλόσοφοι, επειδή είναι πάνω από τους ειδικούς, πρέπει να βασιλεύουν.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Πλάτωνος, οι φιλόσοφοι έχουν γενική θεώρηση των πραγμάτων. Η εναλλακτική λύση στις θέσεις του Πλάτωνος είναι: η αθηναϊκή δημοκρατία.
Ας πάμε στη αρχαία Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα. Για τους Αθηναίους εκείνης της εποχής, κάθε πολίτης είναι ικανός να κυβερνήσει. Συνεπώς ρίχνουν κλήρο. Γιατί; Διότι πιστεύουν εμπράκτως ότι η πολιτική δεν είναι υπόθεση των ειδικών. Δεν υπάρχει επιστήμη της πολιτικής. Υπάρχει μόνο γνώμη-«δόξα» στα αρχαία ελληνικά- περί της πολιτικής. Και θέλω  να υπογραμμίσω: η ιδέα ότι η πολιτική δεν αποτελεί υπόθεση των ειδικών και ότι όλες οι γνώμες έχουν ίση αξία, είναι η μοναδική λογική δικαιολόγηση της αρχής της πλειοψηφίας.
Λοιπόν, στη αρχαία Αθήνα, ο λαός παίρνει τις πολιτικές αποφάσεις. Υπάρχουν όμως και εξειδικευμένες δραστηριότητες. Οι Αθηναίοι ασφαλώς δεν ήταν τρελοί να νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα…
Τι έκαναν, λοιπόν οι πολίτες τα αρχαίας Αθήνας σε σχέση με αυτό το θέμα; Πώς το αντιμετώπισαν; Έκαναν κάτι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Δημιούργησαν τις εκλογές. Σωστά ή λάθος, πάντως,  τις  δημιούργησαν. Και αυτό είναι γεγονός τεκμηριωμένο.
Για τις εξειδικευμένες δραστηριότητες και μόνον γι’ αυτές-για την κατασκευή ναυπηγείων, για την ανέγερση ναών, για την διεξαγωγή πολέμου- χρειάζονται ειδικοί! Και αυτούς τους ειδικούς, οι Αθηναίοι πολίτες τους εκλέγουν!
 Να, ποιο είναι το νόημα της εκλογής. Διότι εκλογή σημαίνει: εκλογή των καλυτέρων .Αλλά πώς μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;
Πώς επιτυγχάνεται η εκλογή των καλυτέρων; Εδώ υπεισέρχεται ο παράγων: εκπαίδευση του λαού. Ο λαός καλείται να επιλέξει, και να εκλέξει. Οι Αθηναίοι, λοιπόν εκλέγουν κάποιον για πρώτη φορά. Έστω, ότι κάνουν λάθος.
Έστω, ότι διαπιστώνουν, λόγου χάριν, πως ο Περικλής είναι θλιβερός στρατηγός. Τι κάνουν, σε μια τέτοια περίπτωση; Απλούστατα, δεν τον ξαναεκλέγουν ή τον ανακαλούν.
Όμως, προκειμένου να έχει ουσία η γνώμη-η «δόξα»-των πολιτών για τα κοινά, θα πρέπει να έχει καλλιεργηθεί.
Αλλά με ποιον τρόπο καλλιεργούν τη «δόξα» τους, τη σχετική με τη διακυβέρνηση, οι Αθηναίοι πολίτες; Μα, βεβαίως, κυβερνώντας!
Ως εκ τούτου, η αθηναϊκή δημοκρατία-και αυτό είναι σημαντικό-αποτελεί μια υπόθεση εκπαίδευσης και αγωγής των πολιτών. (Αυτή η καίριας σημασίας διάσταση, όπως όλοι γνωρίζουμε, λείπει εντελώς σήμερα).

Cornelius Castoriadis.jpg


                                                   Το ανόητο παιχνίδι
Πρόσφατα, ένα γαλλικό περιοδικό δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας έρευνας σύμφωνα με την οποία το 60% των βουλευτών στη Γαλλία ομολογούν ότι δεν έχουν ιδέα από οικονομία.
Πρόκειται για τους βουλευτές που αποφασίζουν αύξηση ή μείωση των φόρων, που αποφασίζουν συνεχώς ενώ δεν  έχουν ιδέα από οικονομία…
Τελικά, οι βουλευτές, όπως και οι υπουργοί, είναι υποδουλωμένοι στους τεχνικούς συμβούλους τους. Συμβουλεύονται τους δικούς τους ειδικούς, πλην όμως έχουν και οι ίδιοι προκαταλήψεις ή προτιμήσεις.
Εάν παρακολουθήσετε από κοντά τη λειτουργία μιας κυβέρνησης ή ενός μεγάλου γραφειοκρατικού μηχανισμού, θα διαπιστώσετε ότι οι κυβερνώντες και οι υπεύθυνοι εμπιστεύονται τους ειδικούς.
Ωστόσο, επιλέγουν πάντα εκείνους τους ειδικούς που συμμερίζονται τις δικές τους απόψεις. Πάντα βρίσκεται ένας οικονομολόγος που θα πει «ναι, κύριε υπουργέ, όπως το λέτε πρέπει να γίνει».
Πάντα βρίσκεται  ένας ειδικός για θέματα στρατιωτικά που θα πει «ναι, χρειάζεται πυρηνικός εξοπλισμός»  και ούτω καθεξής… Πρόκειται για ένα εντελώς ανόητο παιχνίδι, πλην όμως έτσι κυβερνώμεθα σήμερα.
 Επανέρχομαι στο δίλημμα «ο πολίτης πρέπει να έχει γενικές ή ειδικές γνώσεις;» Απαντώ ως εξής: Πρώτον, οι ειδικοί στην υπηρεσία των πολιτών και όχι στην υπηρεσία κάποιων πολιτικών.
Δεύτερον, οι πολίτες κυβερνώντας μαθαίνουν να κυβερνούν… Αλλά για να είναι σε θέση οι άνθρωπο να ασχοληθούν με τα κοινά, θα πρέπει να έχουν λάβει την ανάλογη παιδεία. Όμως, η σύγχρονη παιδεία δεν έχει απολύτως καμία σχέση με αυτό το αίτημα. 
Στο σχολείο, ουσιαστικά, παίρνουμε εξειδικευμένες γνώσεις. Το σχολείο θα έπρεπε να είναι ιδιαιτέρως στραμμένο στα κοινά. 
Στο σχολείο θα έπρεπε να αναλύεται σε βάθος κάθε τι που αφορά τους οικονομικούς τους κοινωνικούς και τους πολιτικούς μηχανισμούς. Θα έπρεπε να υπάρχουν μαθήματα πραγματικής ανατομίας της σύγχρονης κοινωνίας. Αλλά τι λέω τώρα… Εδώ, τα σχολεία είναι ανίκανα να διδάξουν ακόμη και ιστορία. Τα παιδιά βαριούνται στο μάθημα της ιστορίας, ένα μάθημα που θα έπρεπε να είναι συναρπαστικό.
Πολλά πράγματα θα πρέπει να αλλάξουν, εάν θέλουμε να μιλήσουμε για αληθινή εκπαιδευτική δραστηριότητα στο πολιτικό πεδίο.  Κάτι τέτοιο προϋποθέτει αλλαγή θεσμών. Προϋποθέτει νέους θεσμούς, οι οποίοι να επιτρέπουν- και όχι να αποτρέπουν όπως σήμερα ισχύοντες- την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στα κοινά.

                                                      Ούτε Θεός ούτε Καίσαρ
Ας εξετάσουμε, τώρα, για λίγο, τη σχέση του ανθρώπου προς τη γνώση  και προς την πίστη. Στον 20ο αιώνα γνωρίσαμε την άκρατη κυριαρχία της ιδεολογίας-της ιδεολογικής πίστης- με την αυστηρή έννοια και, θα έλεγα με την κακή έννοια του όρου.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα από τη δεκαετία του ’70. Ας πάρουμε τις μαοϊκές ομάδες. Το πρόβλημα με τους μαοϊκούς δεν έγκειται στην άγνοιά τους για το τι πραγματικά συνέβαινε στην Κίνα.
Οι μαοϊκοί, είτε είχαν μυηθεί στο δόγμα από τους καθοδηγητές τους, είτε το είχαν δεχτεί από μόνοι τους χωρίς την παρέμβαση τρίτων. Το πρόβλημα λοιπόν, βρίσκεται στο ότι οι ίδιοι- με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- αποδέχτηκαν μια τέτοια  τύπου χειραγώγηση. Γιατί; Για ποιον λόγο;
Διότι είχαν ανάγκη να είναι χειραγωγημένοι. Διότι είχαν ανάγκη να πιστεύουν. Και αυτό ακριβώς το θέμα ήταν ανέκαθεν η μεγάλη πληγή του επαναστατικού κινήματος.
Η γνώση και πίστη. Ο Αριστοφάνης, στον οποίον συνεχώς αναφέρομαι και για τον οποίο έχω απέραντο σεβασμό, είχε πει κάτι- δεν μπορώ να πω ανοησία, δεδομένου ότι πρόκειται για τον Αριστοτέλη-, που δεν είναι σωστό: «ο  άνθρωπος είναι ζώον το οποίο επιθυμεί τη γνώση». Λάθος .
Από την πλευρά μου υποστηρίζω: ο άνθρωπος δεν είναι ζώον το οποίο επιθυμεί τη γνώση, αλλά ζώον το  οποίο επιθυμεί την πίστη και ακριβέστερα, τη βεβαιότητα μιας πίστης. Εξ ου η μεγάλη δύναμη των θρησκειών, εξ ου η μεγάλη δύναμη των πολιτικών ιδεολογιών.
Στο ξεκίνημά του, το εργατικό κίνημα χαρακτηριζόταν από έντονη κριτική στάση. Θυμηθείτε τους δυο πρώτους στίχους της Διεθνούς, που εξάλλου είναι  ο ύμνος της Κομμούνας, από το δεύτερο κουπλέ: «δεν υπάρχει υπέρτατος Σωτήρας ούτε Θεός» (άρα, εξοβελίζεται η θρησκεία), «δεν υπάρχει Καίσαρ ούτε Αρχηγός» (άρα ,έξω και ο Λένιν)! Είδαμε όμως πού οδήγησε η ανάγκη για πίστη…
Άραγε, σήμερα, έπειτα από όλα όσα έχουν συμβεί, γίναμε τουλάχιστον λίγο πιο σοφοί; Νομίζω ότι η εξέλιξη στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης καθώς και η εξέλιξη γενικώς της κοινωνίας έχουν συμβάλει ώστε να αποκτήσουν οι άνθρωποι κάπως πιο κριτική διάθεση.
Βεβαίως, η ανάγκη για πίστη παραμένει. Υπάρχει πάντα ένα ποσοστό που διακαώς αναζητεί την πίστη. Μια πίστη. Έτσι βλέπουμε σε άλλες χώρες- όχι τόσο στη Γαλλία-φαινόμενα και κινήματα όπως π.χ. η  σαϊεντολογία, οι διάφορες σέχτες, ο φονταμενταλισμός. Χωρίς αμφιβολία σήμερα η στάση των ανθρώπων είναι πιο κριτική και σκεπτικιστική από ό,τι ήταν στο παρελθόν. Είναι όμως μια στάση που αναστέλλει τη δράση.

Στο σημείο αυτό, θα θυμίσω ότι ο Περικλής στον «Επιτάφιο» λέει στους Αθηναίους πως μόνον αυτοί έχουν κατορθώσει να μην αναστέλλει η σκέψη τους , τη δράση τους!. Καταπληκτικό! Και προσθέτει ο Περικλής: «εις τους άλλους, αντιθέτως, η μεν αμάθεια γεννά θράσος, η δε σκέψις ενδοιασμόν»
                                                         
                                                            Τα όρια της ελευθερίας
Τις τελευταίες δεκαετίες, διανύουμε περίοδο κατάργησης των φραγμών και των ορίων σε όλους τους τομείς. Αυτό συνεπάγεται μιαν επιθυμίαν του απεριόριστου. Πρόκειται για μια μορφή απελευθέρωσης που, υπό μία έννοια αποτελεί μεγάλη κατάκτηση.
Πρέπει όμως επίσης να μάθουμε- και αυτό έχει πολύ σημασία- να αυτοπεριοριζόμαστε, τόσο ως άτομα όσο και ως σύνολο.
Η καπιταλιστική κοινωνία, σήμερα, είναι μια κοινωνία που από κάθε άποψη οδεύει προς την καταστροφή της. Μια κοινωνία ανίκανη να αυτοπεριοριστεί. Όμως μια πραγματικά ελεύθερη κοινωνία, μια κοινωνία αυτόνομη, πρέπει να ξέρει να αυτοπεριορίζεται.
Ο περιορισμός ισοδυναμεί με απαγόρευση, θα υποστηρίξουν ορισμένοι. Όχι. Δεν εννοώ απαγόρευση με την έννοια της καταστολής. Εννοώ να ξέρουμε ότι υπάρχουν πράγματα που δεν πρέπει να τα επιθυμούμε ή που δεν πρέπει να τα κάνουμε. Ένα παράδειγμα; Το περιβάλλον… καταστρέφουμε τον πλανήτη στον οποίο ζούμε.
Σκέφτομαι τα θαύματα: το Αιγαίο πέλαγος, τις χιονισμένες οροσειρές , «την όψη» του Ειρηνικού ωκεανού από μια γωνιά της Αυστραλίας, το Μπαλί, τις Ινδίες, την επαρχία της Γαλλίας που ερημώνουμε. Όσα θαύματα, τόσες καταστροφές.
Καταστρέφουμε τον πλανήτη, ενώ θα έπρεπε να είμαστε οι κηπουροί του. Θα έπρεπε να τον καλλιεργούμε και να τον φροντίζουμε, έτσι όπως είναι. Μια τέτοια δραστηριότητα θα έπρεπε να αποτελεί βάση και προσανατολισμό της ζωής μας. Αλλά αυτή είναι πολύ δύσκολη αποστολή.
Όμως όλα τα παραπάνω, προφανώς, δεν έχουν σχέση ούτε με το σημερινό σύστημα ούτε με το σημερινό κυρίαρχο φαντασιακό. Το φαντασιακό της εποχής μας είναι: Το φαντασιακό της απεριόριστης επέκτασης και της συσσώρευσης άχρηστων πραγμάτων.. Δηλαδή: Δηλαδή μια τηλεόραση σε κάθε δωμάτιο, ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής σε κάθε δωμάτιο, και ούτω καθεξής.
Σ’ αυτό το φαντασιακό στηρίζεται το σύστημα. Και είναι αυτό ακριβώς που πρέπει να καταστραφεί. Τι θα μπορούσε λοιπόν να προτείνει κανείς για τη σημερινή κατάσταση, δεδομένου ότι είναι πολύ εύκολο να παρασυρθούμε, να αφεθούμε; (Ως γνωστόν, ο άνθρωπος είναι ζώον οκνηρό) .
Θα καταφύγω και πάλι στους αρχαίους. Υπάρχει μια υπέροχη φράση του Θουκυδίδη: «πρέπει να διαλέξουμε: οκνηρία ή ελευθερία»! Αλλά και ο Περικλής , εάν  δεν κάνω λάθος, λέει στους Αθηναίους: «εάν θέλετε να είστε ελεύθεροι, πρέπει να εργάζεστε»!
Η ελευθερία, είναι δραστηριότητα. Μια δραστηριότητα η οποία ταυτοχρόνως αυτοπεριορίζεται. Η ελευθερία γνωρίζει όλα όσα μπορεί να κάνει, πλην όμως γνωρίζει και αυτά που δεν πρέπει να κάνει. Αυτό είναι, για μένα, το μεγάλο  πρόβλημα της δημοκρατίας και του ατομικισμού.


Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ  στις 20 Ιουλίου του 1998


Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Μοιάζει με ταινία μικρού μήκους



Σε μια ζωή γεμάτη υποχρεώσεις και ευθύνες, ένας πατέρας – ο Copi – προσπαθεί να δείξει στο γιο του – τον Paste – το σωστό δρόμο. Ποιος, όμως, τελικά  είναι ο σωστός  δρόμος
Directed by: Daniel Martínez Lara & Rafa Cano Méndez

.


Ήχοι της φύσης απ΄όλο τον κόσμο

Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Ποιο είναι το αρχαιότερο ελληνικό τραγούδι;


Ποιο είναι το αρχαιότερο ελληνικό τραγούδι;.

Είναι γνωστός  o σημαντικός ρόλος της μουσικής στην αρχαία ελληνική κοινωνία, καθώς και η παρουσία της σε οποιαδήποτε σημαντική πτυχή αυτής, είτε επρόκειτο για ευχάριστες ή δυσάρεστες συνευρέσεις και συνεστιάσεις.

Πλέον, είναι δυνατόν να ακούσουμε το αρχαιότερο γνωστό τραγούδι, παγκοσμίως μάλιστα. Αξίζει να σημειωθεί πως σώζονται τόσο οι στίχοι όσο και η μουσική του τραγουδιού, το οποίο αποδίδεται στον Σείκιλο που έζησε στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας, περίπου κατά τον 2 αιώνα π.Χ.

Όπως σημειώνεται, ο Σείκιλος έγραψε το τραγούδι αυτό μετά το 200 π.Χ. Είχε γραφεί σε επιτύμβια κυλινδρική στήλη με ύψος 40 εκατοστών, περιέχοντας ένα επίγραμμα δώδεκα λέξεων και ένα ακόμη τραγούδι δεκαεφτά λέξεων, μαζί με τη μουσική. Αξίζει να σημειωθεί πως οι στίχοι βρίσκονται στην κοινή ελληνική της ελληνιστικής εποχής, ενώ η επιτύμβια στήλη ανακαλύφθηκε στην πόλη Αϊδίνιο (όπως λέγεται σήμερα η άλλοτε πόλη των Τραλλέων) το 1883.
Στην κορυφή της στήλης, αναφέρεται το όνομα του ανθρώπου που το έγραψε, ενώ το θέμα είναι προφανώς επηρεασμένο από την επικούρεια φιλοσοφία, καθώς αποτελεί μια προτροπή να ζήσει κανείς, δίχως να λυπάται και να διστάζει.

Συγκεκριμένα: “Όσο ζεις λάμψε, καθόλου μη λυπάσαι. Η ζωή διαρκεί για λίγο, ο χρόνος καθορίζει το τέλος”, είναι το μήνυμα του τραγουδιού. Όπως αναφέρεται, στο κάτω μέρος της στήλης έχει εντοπιστεί η αφιέρωση στην “Ευτέρπη” (ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΕΥΤΕΡΠΗΙ στο πρωτότυπο), δίχως ωστόσο να έχει γίνει γνωστό ποια ακριβώς -φιλική, αδερφική, πατρική, συντροφική- σχέση είχε ο Σείκιλος μαζί της. Σήμερα, η στήλη φυλάσσεται στο Εθνικό Μουσείο της Δανίας...
..



.
πηγή:

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Ποιος ήταν ο Κώστας Μπέζος που έγινε ρεμπέτης

.

Μια πραγματικά ακατάτακτη περίπτωση που ξεκίνησε από την Σχολή Καλών Τεχνών, κι έγινε ρεμπέτης, μέλος της Μάντρας του Αττίκ, δημιουργός συγκροτήματος με χαβάγιες, αρθρογράφος σε εφημερίδες, σκιτσογράφος και ηθοποιός!


Φωτό: Σήμερα, ένας Βρετανός μουσικός και ψυχίατρος που ζει στην Σουηδία, ο Tony Κlein και ένας Αμερικανός, ο Gordon Ashworth που είναι οι μεγαλύτεροι θαυμαστές του συγκεκριμένου έργου του, μάζεψαν τα 12 αυτά κομμάτια και τα κυκλοφόρησαν σε ένα άλμπουμ για πρώτη φορά όλα μαζί με τίτλο ‘The Jail’s a fine school’ [από το κομμάτι του Μπέζου ‘Η φυλακή είναι σχολείο’] από την νεοσύστατη .αμερικάνικη δισκογραφική Olvido Records. 











Μεταξύ του 1930 και του 1931 ο Κώστας Μπέζος σε ηλικία 25 ετών γράφει και ηχογραφεί 12 ρεμπέτικα κομμάτια με τα ψευδώνυμα Α. Κωστής και Κ. Κωστής. Μέχρι και σήμερα αυτά τα κομμάτια παραμένουν οι πιο αινιγματικές ηχογραφήσεις που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα. Για δεκαετίες το όνομα του Κώστα Μπέζου δεν είχε συνδεθεί με αυτές. 
Χρειάστηκαν περίπου 50 χρόνια για να ανακαλύψουν ότι ήταν αυτός ο συνθέτης μετά από μια έρευνα του Παναγιώτη Κουνάδη, το 1970.
Ο Μπέζος δεν ήταν αυθεντικός ρεμπέτης. Θεωρούνταν αριστοκράτης. Σπούδασε για λίγα χρόνια στην Καλών Τεχνών μέχρι που τα παράτησε για να αφοσιωθεί στην μουσική. Ήταν επίσης  μέλος της ‘Μάντρας του Αττίκ’ και συνεργάτης του διάσημου συνθέτη. Έκανε καριέρα με το συγκρότημα του Τα Άσπρα Πουλιά που έπαιζαν χαβάγιες και ντυνόντουσαν μόνο στα άσπρα την δεκαετία του ‘30. Παράλληλα δούλευε ως αρθρογράφος και σκιτσογράφος στην εφημερίδα ‘Πρωία’ αλλά και ως ηθοποιός.
Σήμερα, ένας Βρετανός μουσικός και ψυχίατρος που ζει στην Σουηδία, ο Tony Κlein  και ένας Αμερικανός, ο Gordon Ashworth που είναι οι μεγαλύτεροι θαυμαστές του συγκεκριμένου έργου του, μάζεψαν τα 12 αυτά κομμάτια και τα κυκλοφόρησαν σε ένα άλμπουμ για πρώτη φορά όλα μαζί με τίτλο ‘The Jail’s a fine school’ [από το κομμάτι του Μπέζου ‘Η φυλακή είναι σχολείο’] από την νεοσύστατη αμερικάνικη δισκογραφική Olvido Records.
Αυτό το διάστημα βρίσκονται στην Αθήνα και η συζήτηση που ακολουθεί ξεδιπλώνει μια συναρπαστική ιστορία ενώ προσπαθεί να ρίξει φως σε ένα σχετικά ξεχασμένο και αρκετά μυστηριώδη μουσικό – ενός πρώιμου multimedia καλλιτέχνη –  που άφησε πίσω του μικρό αλλά ανεξίτηλο και αριστουργηματικό έργο.

Ο Μπέζος πέθανε στην Κατοχή από φυματίωση και κακουχίες σε ηλικία μόλις 37 χρονών.

Υπήρχε μόνο μια φωτογραφία του Μπέζου και μια φωτογραφία του συγκροτήματος Τα Άσπρα Πουλιά. Οι φωτογραφίες του άρθρου δημοσιεύονται για πρώτη φορά





Υπήρχε μόνο μια φωτογραφία του Μπέζου και μια φωτογραφία του συγκροτήματος Τα Άσπρα Πουλιά. Οι φωτογραφίες του άρθρου δημοσιεύονται για πρώτη φορά .















Μια συζήτηση με τους Tony Klein και Gordon Ashworth για τα πρότζεκτ τους γύρω από τον Μπέζο  
Ποια ήταν η πρώτη φορά που ήρθατε σε επαφή με το έργο του Κώστα Μπέζου;
Tony Klein: Η πρώτη φορά ήταν το 1977, όταν για πρώτη φορά τα τραγούδια του Κωστή κυκλοφόρησαν σε ένα άλμπουμ από τον Πάνο Κουνάδη. Υπήρχαν μια σειρά από LP που κυκλοφόρησαν στην CBS εκείνη την εποχή και νομίζω το πρώτο κομμάτι ήταν το ‘Κάηκε ένα σχολείο’. Είχαν λογοκρίνει τότε ένα από τα κομμάτια του Κωστή το ‘Στην Υπόγα’ στο πρώτο άλμπουμ. Υποτίθεται έπρεπε να είναι εκεί αλλά το κείμενο είχε σβηστεί και είχαν βάλει ένα άλλο κομμάτι στην θέση του. Υπήρχε ακόμη λογοκρισία στην Ελλάδα το 1977.
Γιατί πιστεύετε ότι είχε λογοκριθεί;
Gordon Ashworth: Περιγράφει αστυνομικούς να δέρνουν μάγκες σε ένα τεκέ, να καπνίζουν χασίσι, κτλ.
TK: Ναι, υπάρχουν αρκετές παρακμιακές αναφορές και αναφορές στα ναρκωτικά…
— Ήσασταν από τότε φαν των ρεμπέτικων;
TK: Ναι, ανακάλυψα τα ρεμπέτικα το 1973. Είμαι Βρετανός αλλά ζω στην Σουηδία και είχα μερικούς Τούρκους φίλους που είχαν μερικούς Έλληνες φίλους που ήρθαν μια μέρα με δίσκους και ανακάλυψα τον Μάρκο Βαμβακάρη, την Σωτηρία Μπέλλου το 1973. Τον επόμενο χρόνο αγόρασα το πρώτο μου μπουζούκι και τον επόμενο χρόνο ήρθα εδώ για πρώτη φορά. Πήγα σε έναν κατασκευαστή μπουζουκιών και τον ρώτησα αν υπήρχε κάποιος δάσκαλος και μου είπε να πάω στον Στέλιο Κερομύτη. Ήταν ένας από τους βετεράνους, στην ίδια παρέα με τον Μάρκο και τον Τσιτσάνη, ενεργός στην δεκαετία του ’30. Πήγα και άρχισε να μου κάνει μαθήματα και μετά γύρισα στην Σουηδία που γνώρισα κι άλλους Έλληνες και άρχισα να παίζω ρεμπέτικα.
Και μετά από μερικά χρόνια αυτό σε οδήγησε στα κομμάτια του Κωστή..
TK: Είχα ακούσει αυτά τα κομμάτια και για κάποιο λόγο μου άρεσαν και άρχισα να τα παίζω. Τότε όμως κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν και υπήρχαν κάτι περίεργες θεωρίες. Υπήρχε μια νεαρή γυναίκα που την έλεγαν Σοφία Μιχαλίτση που έκανε μια σειρά από προγράμματα πάνω στα ρεμπέτικα στο ραδιόφωνο την δεκαετία του ’70 και είχε αυτή την θεωρία ότι ο Κωστής ήταν ένας γέρος άντρας που γεννήθηκε το 1870. Δεν ξέρω από που βρήκε αυτή την πληροφορία, δεν την ρώτησα ποτέ. Πέρασε αρκετός καιρός και ήρθα σε επαφή με έναν Βρετανό που ζει στην Αθήνα και ονομάζεται Charles Howard και που είχε φτιάξει μερικές από τις καλύτερες επανακυκλοφορίες ρεμπέτικων σε CD που υπάρχουν.  Αυτός μου έδωσε ένα άρθρο που γράφτηκε από τον Κουνάδη το 1996 που έκανε έρευνα στον Κωστή και μου είπε πώς βρήκαν αυτούς τους περίεργους δίσκους από το ’70 και κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν και ο Κουνάδης ρώταγε ένα σωρό κόσμο που μπορεί να ήξερε κάνει και κανείς δεν μπορούσε να αναγνωρίσει την φωνή.
Κανείς δεν είχε ιδέα. Μιλούσε ταυτόχρονα σε κόσμο στην Ελλάδα και στην Αμερική και νόμιζε ότι ήταν αμερικάνικες ηχογραφήσεις στην αρχή επειδή είχαν κυκλοφορήσει κυρίως στην Αμερική στην Victor Records και προφανώς είχαν γίνει για εξαγωγή αν και τελικά αποδείχτηκε ότι είχαν γίνει στην Αθήνα. Ήταν ένας Ολλανδός επίσης, ο Hugo Strötbaum που έψαχνε για παλιά αρχεία της Victor Records και το όνομα ‘Μπεζος’ έβγαινε αρκετές φορές σχετικά με τις ηχογραφήσεις του Κωστή, να ηχογραφεί χαβανέζικη μουσική, έτσι άρχισαν να σκέφτονται ότι ίσως υπήρχε μια σύνδεση. Αναγνώρισα την φωνή του όταν κατάφερα να ακούσω αρκετές από τις Χαβανέζικες ηχογραφήσεις του που ήταν περίπου 120 σε σύνολο. Αν και είναι τελείως διαφορετικό είδος μουσικής, έτσι δεν μπορείς να μαντέψεις ότι είναι το ίδιο πρόσωπο. Είναι όμως σπουδαία μουσική.
"Δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν είχε παιδιά. Φαίνεται ότι είχε μερικές φιλενάδες. Υπάρχουν φωτογραφίες του με μερικές τραγουδίστριες όπως η Λουντιάνα. Η Δανάη πίστευε ότι ήταν πολύ σέξι. Έγραψε μια μικρή αυτοβιογραφία που μιλάει γι’ αυτόν.".
«Δεν παντρεύτηκε ποτέ, δεν είχε παιδιά. Φαίνεται ότι είχε μερικές φιλενάδες. Υπάρχουν φωτογραφίες του με μερικές τραγουδίστριες όπως η Λουντιάνα. Η Δανάη πίστευε ότι ήταν πολύ σέξι. Έγραψε μια μικρή αυτοβιογραφία που μιλάει γι’ αυτόν.» 
 — Τι κάνουν τα ρεμπέτικα του τόσο ξεχωριστά;
Είναι πολύ ενδιαφέρον επειδή ο Μπέζος, κοινωνικά δεν ήταν από την ίδια περιοχή. Καταγόταν από μια μεσοαστική οικογένεια από το Μπολάτι Κορινθίας και ήρθε στην Αθήνα για να δουλέψει σαν δημοσιογράφος και ήταν φίλος της Δανάης Στρατηγοπούλου. Ήταν ο Μπέζος που ξεκίνησε την καριέρα της όταν την γνώρισε στον Αττίκ που δούλευε μαζί του στην ίδια εφημερίδα. Είναι πολύ δύσκολο να το βάλω σε λέξεις αλλά σε αυτά τα 12 κομμάτια που τραγουδάει, πιάνει κάτι… Πιστεύω ότι αυτό γίνεται επειδή είναι τόσο καλός ηθοποιός.  Αυτοί οι τύποι που τραγουδούσαν ρεμπέτικα δεν ήταν ηθοποιοί, το έκαναν ακριβώς όπως τους έβγαινε στα ίσια,  αλλά ο Μπέζος έκανε ενεργά κάτι. Ήταν ένας νεαρός άντρας, μόνο 25 χρονών που έμπαινε στα 26 τότε. Και από που το πήρε αυτό δεν έχουν ιδέα, το πώς μπορούσε να κάνει αυτό το πράγμα. Είναι σαν κάτι μαγικό υπό μια έννοια. Έπαιζε ήδη χαβαγιά πριν από αυτό. Έχουμε φωτογραφίες του να παίζει σε συγκροτήματα τρία ή τέσσερα χρόνια πριν αλλά δεν ξέρουμε τι σχέση είχε ή τι εμπειρίες είχε. Ένα άλλο αξιοσημείωτο στοιχείο είναι ότι το είδος των ρεμπέτικων που ηχογράφησε (με κιθάρες) δεν είχε ακόμη ηχογραφηθεί στην Ελλάδα με μπουζούκια. Δεν ήταν παρά το 1931 που το μπουζούκι ηχογραφείται στην Ελλάδα για πρώτη φορά.  Δεν ήταν παρά το 1932 που ο Βαμβακάρης ξεκινάει την καριέρα του και μετά τον ακολουθούν και άλλοι από τα ΄30 όπως ο Παπαιωάννου, ο Δελιάς, ο Τσιτσάνης. Βέβαια όταν ο Μπέζος ηχογράφησε αυτά τα 12 κομμάτια σαν Κωστής δεν υπήρχε τίποτα για να τα συγκρίνεις, ούτε με μπουζούκι αλλά ούτε και με κιθάρα.
Είχε κάποια σχέση με τον Ανέστη Δελιά τότε; (λόγω του κομματιού ‘Τουμπερλέκι, Τουμπερλέκι’ που θυμίζει έντονα στους στίχους από ‘Το Σακκάκι’ του Δελιά)
TK: Αυτό έχει ενδιαφέρον. Συχνά μιλάω με τον Stathis Gauntlett που είναι Ελληνο-Ουαλός και είναι καθηγητής στην Αυστραλία. Αυτός έκανε την πρώτη του ακαδημαϊκή έρευνα στα ρεμπέτικα το 1978 συγκεκριμένα για τους στίχους των κομματιών και όχι την μουσική. Μου έδειξε στοιχεία για έναν ποιητή και μικροκακοποιό που ονομαζόταν Μακρής και που έγραψε ποιήματα την δεκαετία του ’20 και υπάρχουν ορισμένες γραμμές σε ένα από τα ποιήματα του που επαναλαμβάνονται στο κομμάτι του Κωστή. Συχνά στα ρεμπέτικα υπάρχουν στίχοι που χρησιμοποιούνται αλλά δεν έχουν γραφτεί από τον ίδιο μουσικό που τους τραγουδάει. Αυτοί οι παραδοσιακοί στίχοι που λέγονται ‘αδέσποτα’ μπορεί να χρησιμοποιούνται για δεκαετίες.
  — Οπότε μάλλον δεν γνωρίζονταν;
TK: Είναι πολύ πιθανό να γνωριζόντουσαν αλλά και αυτό να συνέβαινε δεν νομίζω ότι ήταν ο λόγος αυτός. Αν και υποπτεύομαι ότι δεν γνωριζόντουσαν και επίσης ότι ο Μπέζος δεν ήξερε κανέναν από τους υπόλοιπους ρεμπέτες προσωπικά. Δεν έχω όμως αποδείξεις.  Υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο που έγραψε ο ίδιος ο Μπέζος σε μια εφημερίδα στα τέλη της δεκαετίας του ’30 που έχουμε μεταφράσει και συμπεριλαμβάνεται στην κυκλοφορία. Αναφέρεται για όλα τα διαφορετικά είδη μουσικής που κάποιος μπορούσε να ακούσει στην Αθήνα τότε και τελειώνει το άρθρο, περιγράφοντας μια σκηνή στο Βοτανικό όπου ο Μάρκος και η παρέα του παίζουν. Είναι μια πολύ αστεία και σατιρική περιγραφή. Δεν μοιάζει όμως να μιλάει για φίλους του ή για κάποιον που ξέρει. Δίνει μια εξωτερική, κωμική άποψη. Ένα είδος κριτικής συναυλίας.
— Τι ξέρουμε γι’ αυτόν; Έκανε ναρκωτικά π.χ.;
TK: Καταρχήν κανείς δεν ήξερε ότι έκανε αυτές τις ηχογραφήσεις. Ήξεραν τους χαβάγιες του και τα άσπρα πουλιά, το συγκρότημα του που έχει πλέον ξεχαστεί από τότε. Και βέβαια πέθανε αρκετά νέος, το 1943 στην ηλικία των 37 χρονών. Έκανε αυτές τις γελοιογραφίες με τον Μουσολίνι γύρω στο 1941 που ήταν η τελευταία του δουλειά από όσο ξέρουμε. Ήταν επίσης αναμεμειγμένος σε μερικές ταινίες στις αρχές του ’40. Η μια πρέπει να γυρίστηκε την ίδια χρονιά που πέθανε μιας και ο ρόλος του παίχτηκε από κάποιον άλλον. Και το άλλο φιλμ, το «Μάγια, η τσιγγάνα» κανείς δεν μπορεί να βρει μια κόπια του οπότε δεν το έχουμε δει ακόμη. Ο Τίτος Καλλίρης που είναι ο πατέρας του τραγουδιστή Θάνου Καλλίρη ήταν ο γιος της αδερφής του Μπέζου έτσι είναι ο κοντινότερος συγγενής που θυμάται τον Μπέζο όταν ζούσε. Και έχει μιλήσει ότι τον θυμάται να κάνει πρόβες με τον Τώνυ Μαρούδα αλλά γεννήθηκε την δεκαετία του ΄30 και ήταν ακόμη μικρό παιδί τότε. Επίσης κανείς δεν ενδιαφερόταν να βρει μια άκρη για πάνω από 50 χρόνια αφότου πέθανε ο Μπέζος. Είναι πολύ δύσκολο. Ξέρουμε ότι γεννήθηκε σε μια συγκεκριμένη οικογένεια, ξέρουμε ότι πήγε στην Αθήνα που υπάρχουν φωτογραφίες του με αυτά τα συγκροτήματα όταν ήταν νεαρός αλλά ό,τι γνωρίζουμε είναι σκόρπια πράγματα. Τα στοιχεία δείχνουν περισσότερα για τη δουλειά του παρά για την προσωπική του ζωή.
Βόλος Νοέμβριος 1934.
Βόλος Νοέμβριος 1934  
— Πόσο καιρό κάνετε έρευνα;
ΤΚ: Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, έχω γράψει γι’ αυτόν βασικά μέσα από έρευνες άλλων ανθρώπων και από αυτά που σκέφτομαι όταν ακούω εκατοντάδες φορές το έργο του και προσπαθώ να καταλάβω «τι γίνεται» μουσικά, σαν κιθαρίστας. Αυτού του είδους η έρευνα ξεκίνησε θα μπορούσες να πεις όταν πρωτοάκουσα τα τραγούδια πριν από 40 χρόνια αλλά όχι συστηματικά. Για αρκετό καιρό ήθελα να κάνω αυτό που έκανε ο Gordon. Ήταν ένα πρότζεκτ που ονειρευόμουν. Συνήθιζα να κάνω προσωπικές συλλογές με τα κομμάτια του Κωστή. Όταν επικοινώνησε ο Gordon μαζί μου επειδή είχα συμπεριλάβει ένα κομμάτι του Κωστή στην συλλογή Greek Rhapsody σε πολύ καλή ποιότητα, μου είπε ότι ήθελε να κάνει ένα άλμπουμ με όλα τα κομμάτια και σκέφτηκα ότι αφού θα το κάνει αυτό, να τα βρούμε με τον καλύτερο ήχο. Επικοινώνησα με τον Charles Howard και τον Σταύρο Κουρούση και βρήκαμε τις καλύτερες κόπιες ηχητικά. Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί τον Φεβρουάριο. Η σκληρή δουλειά βγήκε τότε αλλά αυτό συνέβηκε πολύ πριν από αυτό.
— Γιατί αποφασίσατε να κυκλοφορήσετε όλες τις ηχογραφήσεις του;
GΑ: Πρώτα άκουσα ακριβώς το ίδιο κομμάτι με τον Τόνι, το «Κάηκε ένα σχολείο» σε μια συλλογή της Yazoo «The Secret Museum of Mankind» πριν από 8 χρόνια. Άκουσα αυτό το κομμάτι και ήταν σαν μια γροθιά στο στομάχι. Έπαθα εμμονή. Είχα ακούσει μερικά ρεμπέτικα αλλά ποτέ με κιθάρα, ποτέ με αυτή την σκοτεινή διάθεση και αυτή την μοναδική ποιότητα. Και έτσι σαν τον Τονι, ήθελα να το ερευνήσω και να ακούσω περισσότερο και να ψάξω ό,τι μπορούσα. Την ίδια περίοδο ανακάλυψα τα «Mortika» μια συλλογή από τον Tony και τον Charles Howard που είχε μέσα το κομμάτι «Τούτο το καλοκαιράκι». Είχα ακούσει τότε 2 κομμάτια και έψαξα παντού για να βρω και άλλα από αυτές τις συλλογές σε CD. Τελικά συνειδητοποίησα ότι υπήρχαν μόνο 12 κομμάτια και δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτόν τον τύπο ή για όσους συμμετείχαν στην ηχογράφηση. Ήξερα μόνο ότι η μουσική είναι τρομερά ιδιαίτερη και μοναδική και θα ήταν τέλεια να κυκλοφορήσει σε ένα δίσκο. Έξι κομμάτια σε κάθε πλευρά, η μια πλευρά από το σέσιον του 1930 και η άλλη από το 1931. Ήταν ένα όνειρο για μένα και δεν μπορούσα να πιστέψω ότι κανείς δεν το είχε κάνει μέχρι τότε. Έμοιαζε σαν να υπήρχε μια τρύπα στον κόσμο. Και ήταν τόσο κρίμα να έχεις αυτά τα πανέμορφα κομμάτια, διασκορπισμένα σε όλες αυτές τις συλλογές και να μην υπάρχει μια πολύ καλή εκδοχή τους. Έτσι όταν έψαχνα αυτά τα τραγούδια, το Greek Rhapsody κυκλοφόρησε, μια πανέμορφη κυκλοφορία που είχε μέσα το instrumental κομμάτι του Κωστή «Ντερτιλίδικος Χορός» , την καλύτερη εκδοχή κομματιού του που είχα ακούσει. Επικοινώνησα με τον Tony, του έδωσα συγχαρητήρια και τον ρώτησα αν μπορούσε να με βοηθήσει με το πρότζεκτ μου. Αν είχε ακούσει περισσότερα κομμάτια του Κωστή σε καλή ποιότητα ήχου και αν τον ενδιέφερε να συνεργαστούμε. Ξεκινήσαμε να μιλάμε και καταλήξαμε συνεργάτες. Αυτό ήταν γύρω στο Φεβρουάριο και μετά ανταλλάζαμε email τουλάχιστον κάθε μέρα και ακούγαμε εντατικά τα κομμάτια και συγκρίναμε τις σημειώσεις μας. Ο Τονι έκανε τρομερή έρευνα στην Αθήνα όπως και ο Δημήτρης Κούρτης που ήρθε σε επικοινωνία με την οικογένεια του Καλλίρη και ανακάλυψε οικογενειακές φωτογραφίες που χρησιμοποιήσαμε με την άδεια τους και που κανένας δεν είχε δει πέρα από την οικογένεια. Επτά μήνες μετά κυκλοφόρησε το άλμπουμ.
TK: Όσον αφορά τις φωτογραφίες, υπήρχε μόνο μια φωτογραφία του Μπέζου και μια φωτογραφία του συγκροτήματος Τα Άσπρα Πουλιά από την εποχή που ο Κουνάδης δημοσιεύεσαι το άρθρο στο Δίφωνο το 1996.
  — Ποιο ήταν το μεγαλύτερο μυστήριο που δεν μπορείτε να λύσετε ακόμη μέχρι τώρα;
TK: Πραγματικά δεν ξέρουμε πώς οι δυο κιθαρίστες δουλεύουν μαζί επειδή παίζουν τόσο καλά που είναι αδύνατο να ξεχωρίσεις ποιος κάνει τι.
GA: Και ακόμη έχουμε θεωρίες για το ποιος είναι ο δεύτερος κιθαρίστα. Παίζουν τουλάχιστον δυο κιθαρίστες στις περισσότερες ηχογραφήσεις, ίσως και σε όλα τα 12 κομμάτια. Παραμένει όμως το μεγαλύτερο μυστήριο. Υπάρχει επίσης το θέμα για ποιο λόγο έκανε αυτές τις ηχογραφήσεις ο Μπέζος. Ξέρουμε ότι είχε επαφές με τον Τέτο Δημητριάδη μέσω του αδερφού του Φωκίωνα που ήταν επίσης σκιτσογράφος αλλά όχι το πώς και το γιατί έκανε τα πράγματα τόσο πειστικά. Ακουγόταν σαν αληθινός μάγκας, σαν ένας μεγαλύτερος άντρας που είναι πολύ σκληρός και ζει στον υπόκοσμο. Πώς μπόρεσε να κάνει την τέλεια εκδοχή αυτού του χαρακτήρα ενώ ήταν ένας 25χρονος από την Κόρινθο που ήταν μεσοαστός και από όσο ξέρουμε δεν κάπνιζε χασίσι ή δεν είχε πάει στην φυλακή και δεν είχε καμία σχέση με αυτόν τον τρόπο ζωής. Για μένα αυτό παραμένει ένα μυστήριο επειδή το έκανε τόσο αυθεντικά και τόσο μοναδικά ταυτόχρονα.
— Γιατί πιστεύετε ότι αυτά τα κομμάτια δεν έγιναν ποτέ διάσημα; 
TK: Δεν είμαι σίγουρος. Δεν ξέρω τα γεγονότα. Δεν ξέρω καν αν αυτοί οι δίσκοι πουλήθηκαν στην Ελλάδα. Ο Τέτος Δημητριάδης που γεννήθηκε το 1897 και μετακόμισε στην Αμερική το 1921,  άρχισε να δουλεύει για την Viktor Records, κάνοντας παραγωγή σε ένα σωρό ethnic ηχογραφήσεις όχι μόνο από την Ελλάδα. Μπορούσε να τραγουδήσει τα πάντα από ποπ κομμάτια μέχρι βαριά μάγκικα με διαφορετική φωνή κάθε φορά, διαφορετική προσέγγιση και διαφορετικούς μουσικούς. Για κάποιο λόγο αποφάσισε να επιστρέψει στην Ελλάδα το 1930 και φαίνεται ότι έμεινε για δυο χρόνια και ασχολήθηκε με κάποιες ηχογραφήσεις συμπεριλαμβανομένης και αυτής. Είχε κάνει παραγωγή σε μερικά τραγούδια με κιθάρα στην Αμερική και μάλλον σκέφτηκε ότι ήταν καλή ιδέα να κάνει περισσότερα επειδή ένοιωσε ότι υπήρχε αγορά γι’ αυτά. Δεν είμαι όμως σίγουρος ότι αυτές οι κόπιες των άλμπουμ που έχουν οι Έλληνες συλλέκτες πραγματικά κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα ή αν έχουν έρθει από τις ΗΠΑ από ανθρώπους που ταξίδευαν. Αν είχαν κοπεί στην Ελλάδα τότε οι ετικέτες αυτών των άλμπουμ δεν θα είχαν πάνω ούτε μια λέξη αγγλικά. Αλλά όλοι οι τίτλοι που έχουμε δει είναι και στις δυο γλώσσες.
GA: Και τα ελληνικά είναι περίεργα.  Νομίζω ότι έχουν λάθος ορθογραφία.
TK: Και δεν ξέρουμε ούτε πόσο έχουν πουλήσει στην Αμερική επειδή δεν έχουμε αριθμούς. Έχουμε ένα από τα δισκάκια με τα 2 κομμάτια που μας έδωσε μια καλή κόπια, ένας συλλέκτης που είναι πολύ γνώστης όλου του κόσμου των παλιών δίσκων. Αυτός μας είπε ότι είναι οι μοναδικές κόπιες που έχει δει από αυτό το άλμπουμ. Επομένως μπορεί να πούλησαν μόνο 10 ή 15 ή 200 κόπιες. Ξέρουμε όμως ότι στην Ελλάδα εκείνη την εποχή μερικοί δίσκοι υπήρχαν μόνο σε 200 κόπιες και αν άρεσαν στον κόσμο και τους έπαιζε πολύ στα γραμμόφωνα, τότε ή θα είχαν σπάσει ή θα τους είχαν πετάξει. Μερικές φορές όμως κατά τύχη κάποιοι δίσκοι επιβίωναν αλλά αυτού του είδους οι δίσκοι δεν σωζόντουσαν σε καλή κατάσταση επειδή ακριβώς τους χρησιμοποιούσαν πολύ. Οι δίσκοι του Μπέζου όμως εμφανίστηκαν σε καλή κατάσταση στις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα το λογοκριμένο Στην Υπόγα/Ήσουνα Ξυπόλητη που είναι τα δύο κομμάτια που αναγνωρίζουν οι περισσότεροι Έλληνες επειδή είχαν γίνει γνωστά. Είχαν όμως γίνει γνωστά μετά τα ‘70s. Πριν από τότε δεν πιστεύω ότι κανένας, ούτε ακόμη και οι ειδικοί γνώριζαν για την ύπαρξη τους. Το γεγονός ότι έχουν γίνει γνωστά είναι επειδή έχουν κάτι. Πιάνουν τον κόσμο κάπως.
Το συγκρότημά του με χαβάγιες "Άσπρα Πουλιά".
  Το συγκρότημά του με χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά» 
— Ποιο είναι το αγαπημένο σας κομμάτι;
ΤΚ: Δύσκολη ερώτηση. Δεν έχουμε μιλήσει καθόλου για τα δύο instrumental κομμάτια το ‘Τρούμπα’και το ‘Ντερτιλίδικο’ που είναι μοναδικά επειδή δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο σαν και αυτά σε όλη την Ελληνική και ξένη μουσική. Είναι τελείως μοναδικά. Είναι ελληνικά και δεν είναι ελληνικά και μου αρέσουν και τα δυο αν και δεν μπορούσα να απαντήσω σε τέτοιες ερωτήσεις ποτέ. Υπάρχει και ένα ακόμη κομμάτι, το 13ο που ο Μπέζος παίζει με τον ίδιο τρόπο και τραγουδάει ένας άλλος τύπος ο Γιώργος Καρράς που είναι εκείνη την εποχή ένας γνωστός συνθέτης και κιθαρίστας. Σκεφτόμαστε να το συμπεριλάβουμε στην συλλογή αλλά λόγω χώρου και ποιότητας ήχου δεν το κάναμε συν το γεγονός ότι δεν είναι σόλο Μπέζος ακριβώς.  Το κρατάμε για μια μελλοντική κυκλοφορία. Το κομμάτι λέγεται ‘Στρίβε Λόγια’ και πολύ μετά ο Βαμβακάρης ηχογράφησε ένα παρόμοιο κομμάτι προς το τέλος της καριέρας του που είχε τίτλο ‘Πάψε να μου κάνεις την πάπια’ και μου αρέσει πολύ.
  —Τελικά γιατί νομίζετε ότι είναι τόσο σημαντικός;
TK: Καμιά φορά αναρωτιέμαι πώς θα αντιδρούσαν οι Έλληνες αν είχαν ακούσει αυτά τα κομμάτια εκείνη την εποχή στην Αθήνα. «Ποιος είναι αυτός το τρελός; Τι κάνει;» Δεν έχω ιδέα πώς θα αντιδρούσε ο καθένας σε αυτούς τους δίσκους τότε. Αυτό θα ήταν πολύ ενδιαφέρον. Τι σκεφτόταν ο κόσμος γι΄αυτούς τους δίσκους. Δυστυχώς δεν έχουμε τίποτα. Δεν έχουμε δημοσιογράφους να γράφουν γι΄αυτά. Να ρωτήσουν τον Μπέζο γιατί τους έκανε. Όταν ο κόσμος μιλούσε γι’ αυτές τις ηχογραφήσεις κάνουν το λάθος να αναφέρονται σε ένα άρθρο που γράφτηκε νομίζω το ‘30 από μια γυναίκα [σ.σ. αναφέρεται στην Σοφία Σπανούδη («Μουσική Ζωή», 1.10.1931)] στον ελληνικό τύπο που έκρινε τα ρεμπέτικα και μιλούσε με βιτριόλικούς όρους για ένα κομμάτι που λεγόταν ‘Παξιμαδοκλέφτρα’ που δεν ήταν όμως ένας τίτλος κομματιού του Μπέζου. Ο Μπέζος είχε γράψει το ‘Ήσουνα Ξυπόλητη». Η λέξη ‘παξιμαδοκλέφτρα’ δεν αναφέρθηκε σε κομμάτι του Μπέζου παρά μόνο όταν ο Γιάννης Λεμπέσης έβαλε έξτρα στίχους στο κομμάτι και αναγκαστικά απέκτησε καινούργιο τίτλο και τότε ο κόσμος σκεφτόταν ότι ήταν αυτό το απαίσιο κομμάτι στο οποίο αναφερόταν αυτή η γυναίκα και ήταν σε μια ταινία.
— Ποια ήταν η πιο περίεργη ιστορία που έχετε ακούσει γι’ αυτόν;
ΤΚ: Όταν διάβασα την αυτοβιογραφία της Δανάης, αυτά που έγραψε την δεκαετία του ’50. Μιλάει πολύ θετικά γι’ αυτόν, ότι δούλευαν μαζί στο ίδιο μέρος, το ότι ήταν πολύ σέξι, το ότι την ενθάρρυνε στην μουσική της, το ότι την γνώρισε στον Αττίκ, κτλ. αλλά όταν μιλάει για τον πόλεμο και το γεγονός ότι αυτός πέθανε τότε, δεν αναφέρει ούτε μια λέξη. Αυτός είναι ο άνθρωπος που την βοήθησε να ξεκινήσει την καριέρα της και αυτή κλαίει επειδή έχασε 30 κιλά στην κατοχή λόγω πείνας. Κλαίει για το θάνατο του Χρήστου Χαιρόπουλου που ήταν συνθέτης δημοφιλών τραγουδιών εκείνη την εποχή και δεν γράφει ούτε μια λέξη για τον θάνατο αυτού του τύπου. 

Μου φαίνεται πολύ περίεργο. Εικάζω ότι μάλλον είχαν σεξουαλικές σχέσεις. Δεν το καταλαβαίνω. Είναι πολύ απογοητευτικό  όσον αφορά τον χαρακτήρα της που δεν τον αναφέρει επειδή σίγουρα το είχε μάθει επειδή δεν πέθανε αόρατος. Μετά το θάνατο του υπήρχε μια έκθεση της δουλειάς του εις μνήμην του επειδή άνηκε στην Ένωση Σκιτσογράφων. Επίσης περίεργο είναι που ξέρουμε τόσο λίγα επειδή ήταν γνωστός. Το χαβανέζικο γκρουπ ήταν αρκετά δημοφιλές.
— Πιστεύετε ότι άσκησε κάποια επιρροή;
ΤΚ: Αμφιβάλλω. Η θεωρία μου είναι ότι ο Μπέζος εσκεμμένα παρέμεινε σιωπηλός σχετικά με τους συγκεκριμένους δίσκους επειδή δεν ήθελε να σχετιστεί με κάτι που θα κηλίδωνε την μεσοαστική φήμη του αν σκεφτεί κανείς ότι ήταν μουσική που ήταν ηχογραφημένη από ανθρώπους που κανονικά δεν έγραφαν τέτοια.
.

.

.

.


.

.

.


Πατήστε εδώ!