ΠΥΘΙΑ

Πυθία  
ονομαζόταν η εκάστοτε Πρωθιέρεια του Θεού Απόλλωνα στο Μαντείο των Δελφών η οποία, ευρισκόμενη σε έκσταση, μετέφερε τη χρησμοδότηση του Θεού προς τον ενδιαφερόμενο με τρόπο συνήθως λακωνικό, δυσνόητο και αινιγματικό.
 

Η λέξη «Πυθία» προέρχεται από το αρχαίο ρήμα "πυνθάνομαι" που σημαίνει πληροφορούμαι. Άλλοι πιστεύουν ότι προέρχεται από το «Πύθων», το όνομα ενός ερπετού, φιδιού ή «δράκου» που σκότωσε κατά τη μυθολογία ο Απόλλωνας για να κυριεύσει το χώρο του μαντείου στους Δελφούς. Μέχρι τότε το μαντείο ήταν το κέντρο της χθόνιας λατρείας της Γαίας. Το «πύθων» με τη σειρά του θεωρείται μερικές φορές ότι προέρχεται από το ρήμα «πύθειν» (σαπίζει), ίσως όμως σχετίζεται με τη λέξη «πάθος».
 

Πριν από κάθε χρησμοδότηση η Πυθία πλενόταν, έπινε νερό από την Κασταλία πηγή, μασούσε φύλλα δάφνης
και ανέβαινε σ' έναν τρίποδα.




 Από τη βάση του τρίποδα έβγαιναν αναθυμιάσεις που παράγονταν με την καύση διαφόρων ψυχοτρόπων βοτάνων, εμπλουτισμένων με υψηλές ποσότητες μεθανίου.

 Η Πυθία ερχόταν σε έκσταση και έβγαζε ασυνάρτητες κραυγές και λόγους. Οι ιερείς του μαντείου μετέτρεπαν τα άναρθρα αυτά λόγια σε έμμετρους χρησμούς, σχεδόν πάντα με διφορούμενη σημασία. Ο χρησμός π.χ. για τα ξύλινα τείχη, που θα έσωζαν την Αθήνα από τον Ξέρξη, από άλλους ερμηνεύτηκε ως καταφυγή στην Ακρόπολη και από άλλους ως ναυμαχία, επειδή τα καράβια ήταν ξύλινα. Σε άλλη περίπτωση ο χρησμός για πλούσιο μέλλοντα πατέρα, ο οποίος είχε ρωτήσει το μαντείο ποιου γένους παιδί θα αποκτούσε, ήταν "άρρεν ου θήλυ" ολοσχερώς διφορούμενος, ανάλογα με το πού θα τοποθετούνταν ένα κόμμα: "Άρρεν, ου θήλυ" (αγόρι, όχι κορίτσι) και "Άρρεν ου, θήλυ" (Αγόρι όχι, κορίτσι).
 

Συνήθως η Πυθία εκλεγόταν από τις ευγενικής καταγωγής παρθένες των Δελφών. Αργότερα όμως αποφασίστηκε να είναι ηλικίας πάνω από 50 χρόνων. Στα παλαιότερα χρόνια η Πυθία έδινε μόνο ένα χρησμό, κάθε Φεβρουάριο. Πρώτη Πυθία του Μαντείου των Δελφών κατά την Ελληνική Μυθολογία ήταν η Φημονόη.